Όταν ξεκίνησε η πανδημία την προηγούμενη άνοιξη, η Shannon, μόνη μητέρα 28 ετών, περιγράφει ότι η ζωή της μετατράπηκε σε ένα χάος. Η Shannon είναι νοσηλεύτρια και πριν την πανδημία εργαζόταν στη βραδινή βάρδια. Κοιμόταν κατά τη διάρκεια της μέρας όσο ο γιος της ήταν στο δημοτικό, και ζούσε με συγκάτοικο, ο οποίος πρόσεχε το γιό της όσο εκείνη εργαζόταν.
Μετά τα πρώτα κρούσματα του ιού στην περιοχή της στο Wisconsin, η Shannon μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο αναφοράς για COVID-19, κάτι που την τρομοκράτησε. Κανείς δεν γνώριζε τότε αν ήταν μεταδοτικός και επικίνδυνος ο ιός για τα παιδιά. Φοβόταν μήπως κολλήσει το γιό της.
Και μετά από λίγο καιρό, έκλεισαν και τα σχολεία. Η Shannon αναγκάστηκε να μειώσει κατά πολύ τις εβδομαδιαίες ώρες εργασίας. Ο γιος της είναι στο φάσμα του αυτισμού και απαιτεί συνεχή προσοχή κατά τη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης. Με το αρκετά μειωμένο ωράριο, δεν μπορούσε πια να πληρώσει όλο το ενοίκιό της. Αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στο σπίτι της μητέρας της, όπου ζουν μέχρι και σήμερα.
Όλες οι ηλικιακές ομάδες και τα στρώματα έχουν επηρεαστεί τρομερά από την πανδημία, αλλά οι λεγόμενες millennial μητέρες (γυναίκες που γεννήθηκαν από τη δεκαετία του ‘80 μέχρι και τα μέσα του ’90) έχουν να αντιμετωπίσουν σκληρές δυσκολίες για πολλούς λόγους, από τις ιδιαίτερες απαιτήσεις της ανατροφής μικρών παιδιών μέχρι την πορεία που έχει πάρει η καριέρα τους.
Μήνα με το μήνα, το στρες έχει συσσωρευτεί για αυτές τις γυναίκες που στωικά παλεύουν με την ανατροφή των παιδιών τους – σε σημείο που οι ειδικοί ψυχικής υγείας αναφέρουν ότι έχει ήδη προκαλέσει χρόνια προβλήματα. Και αν και το εμβόλιο είναι εδώ, έχουμε ακόμα πολλούς μήνες μπροστά μας μέχρι να γίνουν ουσιαστικές αλλαγές στις ζωές αυτών γυναικών. Μετά από 10 μήνες που μοιάζουν αιωνιότητα και χωρίς άμεση βοήθεια, οι millennial μητέρες βρίσκονται σε ανησυχητικά δύσκολη κατάσταση.
Η ισορροπία οικογένειας – εργασίας έχει διαταραχτεί σε μεγάλο βαθμό
Γενικά, οι γονείς έχουν στρεσσαριστεί περισσότερο από τους μη γονείς τον τελευταίο χρόνο. Και οι millennial μητέρες, που είναι περίπου 20- 35 ετών έχουν συνήθως μικρότερα παιδιά, κάτι που απαιτεί συνεχή φροντίδα και προσοχή από αυτές. Ακόμα και πριν χτυπήσει η πανδημία, οι γυναίκες έτειναν να αναλαμβάνουν δυσανάλογα μεγαλύτερο βάρος στην ανατροφή και στη φροντίδα του σπιτιού από τους άνδρες. Τώρα έχουν αναγκαστεί να κάνουν ακόμα περισσότερα εξαιτίας της πανδημίας.
Η μέση γυναίκα τώρα περνά τον ίδιο χρόνο στην εργασία όσο και στην αμισθί φροντίδα των παιδιών. Έτσι αντιλαμβανόμαστε πλήρως πώς η πανδημία έχει μια επίδραση άνευ προηγουμένου στις εργαζόμενες μητέρες – περισσότερες από 2 εκατομμύρια έχουν σταματήσει να εργάζονται από τον χειμώνα του 2019 μέχρι το φθινόπωρο του 2020.
Και για τις millennial γυναίκες, που γενικά φτάνουν στην κορυφή της καριέρας τους στα μέσα των 40, αυτή η περίοδος είναι ένα μεγάλο βήμα προς τα πίσω. Φυσικά, οι πολυάσχολες μαμάδες δεν σκέφτονται όλες αυτές τις επιδράσεις και τις τάσεις της εποχής, καθώς προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα.
Μετά από μήνες στρες και απομόνωσης, και οι μητέρες που δεν εργάζονται παλεύουν να τα βγάλουν πέρα σε όλα τα επίπεδα. Σχεδόν κάθε έρευνα ή μελέτη της προηγούμενης χρονιάς που μας προσφέρει μια πιο πραγματική ματιά της κατάστασης δείχνει ότι οι στρεσογόνοι παράγοντες που αντιμετωπίζουν – απώλεια εργασίας, ρουτίνας και στήριξης, φόβοι για το πώς θα μείνουν ασφαλείς και πώς θα στηρίξουν συναισθηματικά τα παιδιά τους – έχουν επιβαρύνει σοβαρά την ψυχική υγεία των μαμάδων.
Σε μια μελέτη συγκεκριμένα, φάνηκε ότι το 80% των νέων μαμάδων βίωνε μια απότομη αύξηση στο στρες. Σε μια άλλη, οι μητέρες ήταν πολύ πιθανότερο να αναφέρουν ότι το στρες του κορονοϊού έχει επηρεάσει την ψυχική τους υγεία συγκριτικά με τους άνδρες – κάτι που φυσικά συνδέεται πάλι με το γεγονός ότι οι γυναίκες είναι αυτές που έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο της φροντίδας.
Και μετά από 10 μήνες στρες και κοινωνικής αποστασιοποίησης, οι millennial μητέρες που έμεναν ήδη σπίτι με τα παιδιά τους πριν τον ιό, τώρα έχουν εμφανίσει σημάδια burnout.
Η ολοένα αυξανόμενη κρίση της ψυχικής υγείας
Παρ’ όλα αυτά, οι νέες μητέρες δεν παραπονιούνται. Παρά τις περιγραφές τους αυτές αναγνωρίζουν και δίνουν έμφαση στο πόσο τυχερές νιώθουν που τα παιδιά τους είναι υγιή και που τα έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα.
Νιώθουν ότι είναι «εγωίστριες» επειδή μιλούν για το στρες ενώ συμβαίνουν όλα αυτά στον κόσμο. Κάθε μια τους έχει καταφέρει να δημιουργήσει νέες ρουτίνες και να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις της πανδημίας.
Διεθνώς, υπάρχουν κάποιες μικρές αχτίδες ανακούφισης. Τα δημοτικά και τα νηπιαγωγεία άνοιξαν και όλοι ελπίζουν να παραμείνουν ανοιχτά. Όμως, υπάρχει ένας βαθμός παραίτησης σε πολλές από αυτές τις γυναίκες σε τέτοιο βαθμό που οι ειδικοί ψυχικής υγείας ανησυχούν. Μετά από τόσους μήνες σημαντικού στρες, οι μητέρες αυτές έχουν μουδιάσει/ παραλύσει συναισθηματικά υπό το βάρος των τόσων πιεστικών συνθηκών.
Όταν το στρες γίνεται χρόνιο, όπως τείνει να συμβεί με πολλές μητέρες σε αυτό το σημείο, αυξάνονται σημαντικά οι πιθανότητες εμφάνισης κλινικού άγχους, κατάθλιψης και διάφορων άλλων σωματικών παθήσεων. Υπάρχει φυσικά η ελπίδα ότι τα πράγματα σύντομα θα αλλάξουν – αλλά ίσως όχι αρκετά γρήγορα.