Με την πανδημία να έχει πλήξει καίρια τον κλάδο της ένδυσης, η συζήτηση το τελευταίο διάστημα επικεντρώνεται στη διαφορετική κατεύθυνση που θα πρέπει να έχει η βιομηχανία αυτή στο μέλλον.

Όπως διαπιστώνεται, η αύξηση της χρήσης των διαδικτυακών αγορών έχει εντείνει την καταναλωτική συνήθεια του συγχρονισμού με την τελευταία τάση της μόδας και τις εταιρείες μόδας να παρουσιάζουν νέα ρούχα σχεδόν κάθε εβδομάδα, ώστε να προσελκύσουν τους πελάτες.

Όμως, ειδικά η αποκαλούμενη «γρήγορη μόδα» (fast fashion), που εκπροσωπούν οι προσιτές φίρμες με τα αναρίθμητα φυσικά και διαδικτυακά καταστήματα, ενώ αποφέρει πληθώρα επιλογών, κρύβει ένα κόστος που δεν είναι καθόλου αμελητέο.

Συγκεκριμένα, για την ικανοποίηση της ζήτησης «προσιτών» ρούχων, η «γρήγορη μόδα» βασίζεται σχεδόν εξολοκλήρου στα ορυκτά καύσιμα και σε περιβαλλοντικά επιβλαβείς πόρους.

Ήδη από το Σεπτέμβριο του 2018, με ανάρτηση των Ηνωμένων Εθνώνη βιομηχανία της μόδας ήταν υπεύθυνη για το 20% της κατανάλωσης νερού παγκοσμίως και για την κατανάλωση περισσότερης ενέργειας από τις βιομηχανίες της ναυτιλίας και των αερομεταφορών αθροιστικά.

Είναι σήμερα υπεύθυνη για το 10% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε όλο των πλανήτη και, αν δεν αλλάξει κάτι δραστικά, θα προσεγγίσει το 25% των παγκόσμιων εκπομπών το 2050, με βάση τις αναλύσεις του ευρωπαϊκού προγράμματος PARIS REINFORCE.

Επιπλέον, κάθε χρόνο υπολογίζεται πως πάνω από το 35% των μικροπλαστικών που μολύνουν τον πλανήτη, κοντά στους 230 χιλιάδες τόνους, προέρχονται από τη βιομηχανία αυτή.

Το πρόβλημα αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις, αν αναλογιστούμε πως και η ανακύκλωση ή η επαναχρησιμοποίηση πρώτων υλών στη συγκεκριμένη βιομηχανία είναι σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα.

Το 87% των υλικών που χρησιμοποιούνται δεν ανακυκλώνονται,ένα νούμερο ισοδύναμο με ένα φορτηγό γεμάτο ρούχα να καίγεται ή να αποτίθεται σε χωματερές κάθε δευτερόλεπτο.

Επιπλέον, υπολογίζεται πως το 5% της συνολικής παραγωγής προϊόντων δεν πωλείται καθόλου και τα ρούχα πάνε απευθείας σε χώρους ταφής. Θα μπορούσε κανείς να παρομοιάσει την καταναλωτική αυτή συνήθεια με την ατμόσφαιρα θρίλερ της ομώνυμης ταινίας “Dressed to Kill” του μετρ του είδους Μπράιαν ντε Πάλμα, με τα «κατά συρροή εγκλήματα» να αφορούν στο περιβάλλον.

Όπως είναι γνωστό, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει θέσει ως στόχο, το 2050 να έχει μηδενικές εκπομπές ρύπων. Σε αυτό το πλαίσιο, η προώθηση της κυκλικής οικονομίας, η μείωση των αποβλήτων και η επαναχρησιμοποίηση των υλικών ένδυσης είναι πρωταρχικής σημασίας.

Μάλιστα, τον Ιανουάριο του 2021, η Επιτροπή παρουσίασε την έκθεση – oδικό χάρτη για το μέλλον των υφασμάτων και πρώτων υλών, στοχεύοντας στην υγιή ανάκαμψη της βιομηχανίας από την πανδημία, μέσω της κυκλικής οικονομίας. Βασικός άξονας της έκθεσης είναι να μειωθεί ο μη βιώσιμος ρυθμός κατανάλωσης ρούχων και η χρήση νέων, οικολογικών υλικών σε τοπικό επίπεδο.

Παρουσιάζεται η ευκαιρία στην Ελλάδα να ακολουθήσει τις Ευρωπαϊκές οδηγίες για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της βιομηχανίας μόδας από τα πρώτα στάδια.

Άλλωστε, το πρόβλημα της ανακύκλωσης και των χώρων διαχείρισης απορριμμάτων και χωματερών στη χώρα μας είναι μεγάλο.

Η αποτελεσματικότερη ανακύκλωση και διαχείριση των ενδυμάτων που δεν χρησιμοποιούνται θα δημιουργήσει πολλαπλά οφέλη και μεγάλη προστιθέμενη αξία, στο πλαίσιο της κυκλικής οικονομίας και της οικολογικής ανάπτυξης.

Για την ίδια τη βιομηχανία μόδας, ο μετασχηματισμός της μοιάζει με μονόδρομο για να επιζήσει.

Με τα “lockdowns”, τα προβλήματα στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες και τη μείωση της κατανάλωσης, τα κέρδη των εταιρειών μόδας σε παγκόσμιο επίπεδο μειώθηκαν κατά 93% το 2020.

Μάλιστα, έρευνα της McKinsey (4/2020), μέσα στην πανδημία, δείχνει πως τα 2/3 των καταναλωτών πιστεύουν πως είναι ύψιστης σημασίας η μείωση του περιβαλλοντικού της αποτυπώματος, ενώ το 88% θα ήθελε να έχει ενεργό ρόλο.

Μπορεί η βιομηχανία να ανασχεδιάσει την “fast fashion” τάση και το ντύσιμό της που «σκοτώνει» το περιβάλλον, σε μία νέα μόδα με οικολογική συνείδηση και μια άλλη αισθητική στάση, απέναντι σε έναν ισοπεδωτικό καταναλωτισμό.

Δρ. Χάρης Δούκας

Αν. καθηγητής ΕΜΠ

ΠΗΓΗ: Huffingtonpost.gr