Ας ξεκινήσουμε από μια έρευνα που διενεργήθηκε στην Αμερική και δεν αφορά εμάς αλλά μια πολυπληθέστερη χώρα, για να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Η εταιρεία Innerbody Research, λοιπόν, δημοσίευσε πρόσφατα ένα άρθρο με τίτλο «These Abstinence-Only States Have the Highest Rates of Teen Pregnancy». Βασισμένο σε στοιχεία φορέων όπως είναι το ομοσπονδιακό Κέντρo Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) ή η ΜΚΟ SIECUS, το άρθρο παρουσιάζει μια αντιφατική πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία οι αμερικανικές πολιτείες που προωθούν την αποχή από το σεξ μέσω της σχολικής εκπαίδευσης έχουν περισσότερες εφηβικές εγκυμοσύνες από τις υπόλοιπες. H πιο ακραία περίπτωση είναι αυτή της πολιτείας Μισισίπι, με 27,9 γεννήσεις ανά 1.000 εφήβους ηλικίας 15-19 ετών και με τα μεγαλύτερα ποσοστά σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων σε όλη την Αμερική (στοιχεία 2020). Το συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι στις πολιτείες όπου το σεξ είτε ενοχοποιείται είτε δεν συζητείται καθόλου στο σχολείο, οι νέοι αντιδρούν με τρόπο που έχει επιπτώσεις στην υγεία τους.

Η Ελλάδα δεν είναι Μισισίπι, έχει όμως τους δικούς της γόρδιους δεσμούς. Το 1964 πρωτοσυζητήθηκε η εισαγωγή της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στο ελληνικό σχολείο, από τον τότε γενικό γραμματέα του υπουργείου Παιδείας, Ευάγγελο Παπανούτσο, και μόλις πέρυσι μπήκε στο ελληνικό σχολείο στη βάση της υποχρεωτικότητας (επιμέρους προγράμματα έχουν εφαρμοστεί και κατά το παρελθόν), αλλά όχι χωρίς κωλύματα ως προς τη διδασκαλία της. Ζητήσαμε την άποψη μιας ειδικού σχετικά με το τι κερδίζει μια κοινωνία όταν η σεξουαλική αγωγή είναι κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η Μαργαρίτα Γερούκη είναι πρώην εκπαιδευτικός της πρωτοβάθμιας, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Γιουβάσκουλα της Φινλανδίας για θέματα σεξουαλικότητας και φύλου, μία εκ των δημιουργών του εκπαιδευτικού εγχειριδίου για τη σεξουαλική αγωγή Παίζω με τον Φρίξο, το οποίο το 2019 απέσπασε το βραβείο αριστείας και καινοτομίας από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Σεξουαλικής Υγείας (WAS), και ένα από τα έξι μέλη του οργανισμού (περίοδος 2021-2025), μια θέση τιμητική για την ίδια αλλά και για την Ελλάδα.

Με μεγάλη εμπειρία σε τελείως διαφορετικά πόστα, λοιπόν, η κ. Γερούκη πιστεύει ότι με την ολοκληρωμένη σεξουαλική εκπαίδευση «η κοινωνία ξεκάθαρα κερδίζει σε θετικούς δείκτες σεξουαλικής υγείας του πληθυσμού». Αντιθέτως, «όταν η σεξουαλική εκπαίδευση είναι ανύπαρκτη ή “προβληματική”, τα ζητήματα που αφορούν την υγεία του πληθυσμού (αμβλώσεις, σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, σεξουαλική κακοποίηση, κ.λπ.) είναι υπαρκτά και έντονα». Στόχος της σεξουαλικής αγωγής στο σχολείο είναι ένας: η υγεία. «Σωματική, συναισθηματική, ψυχική και κοινωνική υγεία». Το να μάθουν τα παιδιά, από μικρή ηλικία, να κάνουν υγιείς σχέσεις «ρομαντικές ή σεξουαλικές, οι οποίες δεν θα τα βάλουν σε θέση ρίσκου ή κινδύνου», είτε αυτό σημαίνει «χρησιμοποιώ προφυλακτικό όταν κάνω έρωτα» είτε «δεν κάνω έρωτα με κάποιον που δεν θέλω».

Ανώνυμες ερωτήσεις, κοινές απαντήσεις

Ένα ερώτημα που δέχεται συχνά η κ. Γερούκη από γονείς είναι πότε πρέπει να αρχίσουν να μιλάνε στα παιδιά για θέματα που σχετίζονται με τη σεξουαλικότητα. Νωρίς, είναι η απάντηση, γιατί το ανθρώπινο σώμα και η σεξουαλικότητα είναι σύμφυτα. «Κάτι που υπάρχει μέσα σου και αναπτύσσεται με το σώμα σου, δεν μπορείς να περιμένεις να φτάσεις σε μια συγκεκριμένη ηλικία για να το συζητήσεις». Στην πραγματικότητα, η ουσία της σεξουαλικής αγωγής στο σχολείο είναι να συμπληρώσει τα κενά μιας συζήτησης που έχει ήδη ξεκινήσει από το σπίτι ανάμεσα σε παιδιά και γονείς. Να συστηματοποιήσει τις πληροφορίες και να εμπλουτίσει τις γνώσεις των παιδιών, και όλο αυτό να το κάνει με εκπαιδευτικό τρόπο, δίνοντας συγκεκριμένες πληροφορίες και ανοίγοντας διαφορετικές συζητήσεις ανάλογα με την ηλικία.

Βασικοί πυλώνες της σεξουαλικής αγωγής είναι, πρώτον, τα παιδιά να μάθουν πολύ καλά το σώμα τους σε επίπεδο βιολογίας και, δεύτερον, κορίτσια και αγόρια να διδάσκονται τα ίδια πράγματα, ώστε να μην υψώνεται ο «τοίχος της ντροπής» ανάμεσα στα δύο φύλα. «Πολλές φορές στο σχολείο μαθήτριες τετάρτης ή πέμπτης δημοτικού έχουν περίοδο. Τα αγόρια, μες στην άγνοιά τους, μπορεί να αρχίσουν να κοροϊδεύουν, δημιουργώντας ακόμα χειρότερα συναισθήματα σε ένα κορίτσι που βλέπει το σώμα του να αλλάζει». Αν όλη μαζί η τάξη θέσει απορίες σχετικά με το τι είναι η έμμηνος ρύση, θα εξαλειφθεί η αρνητική μυθολογία που την περιβάλλει. Αντίστοιχα, στα τέλη του δημοτικού κάποια αγόρια έχουν ονείρωξη. «Να μην τους εξηγήσεις τι είναι; Να τα αφήσεις να αγωνιούν για το τι τους συμβαίνει, όταν είναι μια απόλυτα φυσιολογική διαδικασία;». Στόχος της σεξουαλικής εκπαίδευσης είναι τα δύο φύλα να γνωρίζουν πώς λειτουργεί τόσο το αντρικό όσο και το γυναικείο σώμα, για να μπορούν ως έφηβοι και αργότερα ως ενήλικες να χτίσουν σχέσεις που βασίζονται στην επικοινωνία και όχι στα ταμπού και στην άγνοια.

Στο πλαίσιο των προγραμμάτων σεξουαλικής αγωγής που έχει οργανώσει κατά το παρελθόν στην Ελλάδα, η κ. Βερούκη ζητούσε από τους μαθητές να θέσουν με ανώνυμο τρόπο τις ερωτήσεις τους, οι οποίες, κατά κανόνα, «ήταν εντός θέματος και με τεράστια γκάμα», όπως θυμάται. Ειδικά στις τάξεις του γυμνασίου η ταυτότητα φύλου μπορεί να αποκτήσει μια πιο ρευστή μορφή απ’ ό,τι είχε στην παιδική ηλικία. Εδώ έρχεται το σχολείο και η σεξουαλική εκπαίδευση για να προλάβουν φαινόμενα εκφοβισμού. «Τα παιδιά, στο πλαίσιο των αξιών και κυρίως αυτού που λέμε “ενσυναίσθηση”, μαθαίνουν ότι δεν μπορούν να θεωρούν κάποιον λιγότερο άνθρωπο επειδή π.χ. είναι transgender. Στην εφηβεία οπωσδήποτε πρέπει να συζητάμε γι’ αυτό, γιατί ένα ποσοστό των μαθητών ανήκουν στην ομάδα ΛΟΑΤΚΙ. Η πολυμορφία που αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την έκφραση του φύλου είναι κάτι που τα παιδιά πρέπει να συζητήσουν, γιατί ζουν με αυτό». Η έλλειψη συζήτησης είναι που δημιουργεί συνθήκες αποκλεισμού, με τους μαθητές που φαίνεται ότι ανήκουν σε ομάδες ΛΟΑΤΚΙ «να έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να παρενοχληθούν από τον τυπικό πληθυσμό».

Αντιστροφή ρόλων

Η σεξουαλική αγωγή ως γνωστικό αντικείμενο στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην επεξεργασία λέξεων που έχουν ιδιαίτερο βάρος, συχνά και για τους ενήλικες. «Σεξ», «αιδοίο», «ωάρια», «οργασμός», «γέννα», «πέος», «περίοδος», «μήτρα», «viagra», «αυνανισμός», «σπέρμα», «εκσπερμάτιση», «AIDS», «προφύλαξη» είναι κάποιες από τις λέξεις που έχουν χρησιμοποιηθεί σε πρόγραμμα σεξουαλικής αγωγής στο Πειραματικό Γυμνάσιο Ρεθύμνου Παν/μίου Κρήτης και έχουν λειτουργήσει ως έναυσμα για να εκφραστούν απορίες, σκέψεις και ερωτήματα που ένας έφηβος εκ των πραγμάτων έχει. «Όταν ένα παιδί έχει ερωτήσεις, θα βρει τις απαντήσεις. Εμάς, ως ενήλικες, πρέπει να μας απασχολήσει αν οι απαντήσεις προέρχονται από αξιόπιστες πηγές», και όχι μόνο μέσα από το ίντερνετ ή το πορνό, που αποτελούν βασικό μέσο σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης των εφήβων. «Τα παιδιά μεγαλώνουν και παίρνουν μηνύματα μισογυνιστικά, βίαια, επιθετικά. Το βλέπεις στα τραγούδια, σε βιντεοκλίπ και, φυσικά, τα αποτελέσματα τα βλέπεις στην κοινωνία. Όταν δεν δίνουμε εργαλεία κριτικής σκέψης ήδη από το σχολείο, τα παιδιά μπορεί να την αναπτύξουν πολύ αργότερα, αλλά στο ενδιάμεσο να κάνουν λάθη με κόστος στην υγεία τους», κάτι που αφορά περισσότερο τις γυναίκες και το ενδεχόμενο να πέσουν θύματα λεκτικής κακοποίησης ή ωμής βίας από τον σύντροφό τους. Περισσότερη ενημέρωση σημαίνει λιγότερη παραπληροφόρηση, αγόρια που αργότερα ως άντρες θα συμπεριφέρονται με σεβασμό και κορίτσια που ως γυναίκες θα νιώθουν λιγότερο ευάλωτες.

Στην Ελλάδα οι μαθητές μοιάζουν πιο ώριμοι και προετοιμασμένοι για το μάθημα της σεξουαλικής αγωγής απ’ ό,τι είναι το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα. Όπως αναφέρει η κ. Γερούκη, «η προσέγγισή μας στη σεξουαλική αγωγή είναι περισσότερο καιροσκοπική και πολύ λιγότερο επιστημονική. Έχουμε θεσμοθετήσει τα προγράμματα σεξουαλικής αγωγής από το 2003, αλλά ακόμη η πολιτεία δεν έχει καταφέρει να επιμορφώσει ολοκληρωμένα τους/τις εκπαιδευτικούς, ούτε να δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο αναλυτικό πρόγραμμα σεξουαλικής εκπαίδευσης. Χωρίς αυτά τα βασικά εργαλεία οι εκπαιδευτικοί δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σωστά στον ρόλο τους, ανεξάρτητα από τις προθέσεις τους. Στην Ιρλανδία, για να δώσω ένα παράδειγμα, το αναλυτικό πρόγραμμα σεξουαλικής αγωγής είναι δεκάδες σελίδες», ενώ εδώ αρκούμαστε στις στοιχειώδεις οδηγίες της σελίδας του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής.

 

ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ