Η ιστορία της ασπιρίνης -το όνομά της προέρχεται εν μέρει από τα Spiraea Ulmaria, ένα γένος φυτών που είναι πλούσιο και περιεκτικό σε σαλικυλικό οξύ- ξεκινά πολλά χρόνια πριν από το 1971 όταν ο John Vane, καθηγητής φαρμακολογίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, δημοσιεύει την έρευνά του στην οποία περιγράφει τον αντιθρομβωτικό τρόπο δράσης της ασπιρίνης σε άτομα με οξεία καρδιακά συμβάντα. Για τη συγκεκριμένη έρευνα ο Vane θα λάβει το βραβείο Νόμπελ, μαζί με άλλους δύο συναδέλφους του το 1982, φέρνοντας μια επανάσταση στον σύγχρονο ιατρικό κόσμο μετά την ανακάλυψή του για τον πολύπλευρο τρόπο δράσης του φαρμάκου.
Σύμφωνα με το newmoney.gr γυρνώντας τον χρόνο πίσω πρέπει να φτάσουμε μέχρι τον Joseph Buchner. Ο Βuchner, καθηγητής φαρμακολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, ήταν ο πρώτος που κατόρθωσε να εξάγει από την ιτιά την απαραίτητη δραστική ουσία, την οποία και ονόμασε σαλικίνη, παράγοντας με αυτή μικρούς κίτρινους κρυστάλλους με πικρή γεύση. Με αυτό τον τρόπο ο Buchner δικαίωσε τον Ιπποκράτη, αλλά και τον Γαληνό, οι οποίοι από το 400 π.Χ. χρησιμοποιούσαν τη φλούδα της ιτιάς για την κατασκευή φαρμακευτικών βοτάνων κι αυτοσχέδιων αναλγητικών φαρμάκων, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους έντονους πόνους που είχαν οι ασθενείς τους αλλά και οι γυναίκες την ώρα της γέννας.
Στη σύγχρονη εποχή η ασπιρίνη μπήκε σχεδόν σε κάθε σπίτι παγκοσμίως, ενώ απολάμβανε τον τίτλο ενός υπέρ-φαρμάκου του 21ου αιώνα. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η ασπιρίνη αποθεώθηκε από το σύνολο σχεδόν του ιατρικού κόσμου, ωστόσο υπήρξαν περιπτώσεις που πλήθος γιατρών και σοβαρών επιστημονικών μελετών απέτρεπαν τη συχνή χορήγησή της.
«Τα περισσότερα πράγματα σ΄ αυτόν τον κόσμο δεν “δουλεύουν”, η ασπιρίνη “δουλεύει”», είχε δηλώσει ο σπουδαίος συγγραφέας Kurt Vonnegut, με τα στατιστικά στοιχεία να τον επιβεβαιώνουν μέχρι λέξης, αφού περισσότερα από μισό δισεκατομμύριο δισκία λαμβάνονται κάθε χρόνο παγκοσμίως, εδραιώνοντας το φάρμακο με την αναλγητική, αντιπυρετική και αντιφλεγμονώδη δράση στις κορυφαίες θέσεις μεταξύ των δημοφιλέστερων μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων.
Η αντιθρομβωτική δράση της ασπιρίνης
Η ασπιρίνη ανήκει στα αντιαιμοπεταλιακά φάρμακα τα οποία και αποτρέπουν τη συγκόλληση κυττάρων του αίματος (αιμοπετάλια) που οδηγεί στον σχηματισμό θρόμβου. Σύμφωνα με τις νέες ανάγκες του σύγχρονου τρόπου ζωής (άσκηση, διακοπή καπνίσματος, αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και περιορισμός της καθιστικής ζωής) υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες από την Ευρωπαϊκή Καρδιολογική Εταιρεία, οι οποίες είναι απόλυτες, σκιαγραφώντας πότε ακριβώς πρέπει να δοθεί η ασπιρίνη.
Η ασπιρίνη λοιπόν είναι σωτήρια κι απαραίτητη για τα άτομα τα οποία έχουν εγκατεστημένη καρδιακή νόσο ή έχουν περάσει θρομβωτικού τύπου αγγειακό επεισόδιο, δηλαδή έμφραγμα (καρδιακή προσβολή), τοποθέτηση ενδοστεφανιαίου στεντ, επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης εγκεφαλικό επεισόδιο, στενώσεις καρωτίδων ή στενώσεις των αγγείων των κάτω άκρων. Ο Αντώνιος Μασδράκης, καρδιολόγος, Επιμελητής Β’ Καρδιολογικής Κλινικής ΥΓΕΙΑ, μιλώντας στην τηλεοπτική εκπομπή Open Health δήλωσε ότι η προστατευτική δράση της ασπιρίνης έγκειται στην επίδραση που έχει το φάρμακο αυτό στα κύτταρα που βοηθούν την πήξη του αίματος, δηλαδή τα αιμοπετάλια. Αναστέλλοντας τη λειτουργία των αιμοπεταλίων μειώνει την πιθανότητα σχηματισμού θρόμβου και την πιθανότητα καρδιαγγειακού επεισοδίου.
Μπορούμε να χρησιμοποιούμε προληπτικά την ασπιρίνη αν δεν έχουμε περάσει εγκεφαλικό ή έμφραγμα;
Παλαιότερα οι γιατροί κι οι καρδιολόγοι συνιστούσαν τη χρήση ασπιρίνης (μια φορά την ημέρα 80-160mg) προκειμένου να προστατευθούν οι ασθενείς από έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι τελευταίες μεγάλες διεθνείς επιστημονικές μελέτες που αφορούν πληθυσμιακές ομάδες από άτομα μέσης ηλικίας, ηλικιωμένους, συγκλίνουν στο ότι η προληπτική χρήση ασπιρίνης βοηθά σε έναν μικρό βαθμό. Οι πιο πρόσφατες συστάσεις από την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία προτείνουν να μην χορηγείται ασπιρίνη προληπτικά σε άτομα ηλικίας 40 έως 70 ετών, ενώ η απόφαση εξατομικεύεται ανάλογα με τους πιθανούς κινδύνους που μπορεί να έχει κάθε άνθρωπος. «Χαμηλή δόση ασπιρίνης θα μπορούσε να δοθεί προληπτικά σε επιλεγμένα άτομα 40-70 ετών που έχουν υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο αλλά μικρό κίνδυνο αιμορραγίας».
Οι τελευταίες αμερικανικές μελέτες κατέδειξαν πως η χρήση ασπιρίνης μειώνει ελαφρώς τα ισχαιμικά αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια αλλά όχι τον συνολικό αριθμό των εγκεφαλικών, καθώς υπάρχουν τα αιμορραγικά εγκεφαλικά που αυξάνονται λίγο με την ασπιρίνη ή τα εμβολικά εγκεφαλικά που δεν επηρεάζονται απ’ αυτήν. Την ίδια ώρα οι συστάσεις της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας (ESC) στο θέμα αυτό είναι σαφείς: «Ασπιρίνη δεν συνιστάται σε άτομα χωρίς καρδιαγγειακή νόσο λόγω του κινδύνου αιμορραγίας».
Οι αιμορραγικές επιπλοκές της χρήσης της ασπιρίνης
Η βασική παρενέργεια που μπορεί να επιφέρει η συχνή χρήση ασπιρίνης είναι κάποια αιμορραγική επιπλοκή. Το 2022 ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν δημοσίευσαν μελέτη στην οποία αποκάλυψαν ότι ο κίνδυνος αιμορραγικού επεισοδίου μειώθηκε σχεδόν κατά 30% όταν ασθενείς μείωσαν τη λήψη ασπιρίνης. Η στατιστική ανάλυση αφορούσε στην περίοδο μεταξύ Νοεμβρίου 2020 και Ιουνίου 2021 με δείγμα ασθενείς, οι οποίοι έπαιρναν χαμηλή δόση ασπιρίνης, χωρίς σαφή ένδειξη να το κάνουν (όπως είναι ένα προηγούμενο έμφραγμα, εγκεφαλικό επεισόδιο, τοποθέτηση stent).
Η διχογνωμία της ιατρικής κοινότητας για τα οφέλη της ασπιρίνης
Παρόλα αυτά τόσο η Ευρωπαϊκή όσο και η Αμερικανική Καρδιολογική εταιρεία στις κατευθυντήριες οδηγίες τους προς τους ιατρούς συγκλίνουν στη δεύτερη άποψη, αποτρέποντας την προληπτική χρήση της ασπιρίνης. Με αυτό τον τρόπο σημειώνεται μια σημαίνουσα αλλαγή σε όλα όσα ξέραμε για ένα από τα υπερ-φάρμακα του 21ου αιώνα.