Το ασπρόμαυρο Παρίσι του Νίκου Αλιάγα θυμίζει κάτι από βουβό σινεμά στις αρχές του 20ού αιώνα. Ένα Παρίσι διαχρονικό, σαν σκηνικό θέατρου όπου πρωταγωνιστές είναι οι άνθρωποι της καθημερινότητας, αυτοί που γίνονται ένα με την πόλη και τα μυστικά της. Ο Αλιάγας γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Παρίσι από Έλληνες μετανάστες γονείς. «Τις Κυριακές μπαίναμε στο αυτοκίνητο του πατέρα μας σαν να φεύγαμε για μακρινό ταξίδι. Η υπόσχεση ήταν ο Πύργος του Άιφελ. Έπρεπε να περάσουμε από τις λαϊκές ανατολικές συνοικίες της πόλης, να διασχίσουμε τον Σηκουάνα και να φτάσουμε στη γέφυρα Iéna. Δεν ήμασταν σαν τουρίστες όμως, πηγαίναμε να δούμε τον Πύργο σαν να πηγαίναμε σε προσκύνημα», λέει ο ίδιος όταν μιλάει για το επιβλητικό έργο του Άιφελ, το οποίο φωτογραφίζει σχεδόν καθημερινά.
Στις φωτογραφίες του Αλιάγα ο Πύργος στέκεται σαν ιερό τοτέμ πάνω από τη γαλλική πρωτεύουσα, σαν φάρος μέσα στη νύχτα που υπενθυμίζει το πέρασμα στους θνητούς κομπάρσους της ύπαρξης. Όταν χτίστηκε το 1889, οι τότε διανοούμενοι τον θεώρησαν έκτρωμα και «ντροπή του γαλλικού πολιτισμού». Ο χρόνος κύλησε, ο επιβλητικός πύργος αντιστάθηκε και όσοι τον κακοχαρακτήρισαν πέθαναν. «Τα πάντα ρει», όπως έλεγε ο Ηράκλειτος, και ο Σηκουάνας εξακολουθεί να κυλάει αδιάφορος για τα καμώματα των ανθρώπων. Το παρισινό ποτάμι ορίζει την κίνηση της πόλης και οι όχθες του υπερχειλίζουν δίχως προειδοποίηση. Τίποτα δεν είναι στάσιμο στην Πόλη του Φωτός, όλα πεθαίνουν και όλα ξαναγεννιούνται στον φακό του Αλιάγα.
«Το Παρίσι με συναρπάζει γιατί αλλάζει με αστραπιαίους ρυθμούς, χωρίς ωστόσο αυτό να φαίνεται», λέει ο φωτογράφος. «Είναι μια πόλη αντιφάσεων. Ένα βράδυ μπορεί να συναντήσεις τον Κουασιμόδο και την Εσμεράλδα του Βίκτωρος Ουγκώ και το επόμενο πρωί να ακούσεις τα τανκς της απελευθέρωσης να κατεβαίνουν στα Ηλύσια Πεδία». Είναι μια πόλη όπου η Ιστορία είναι χαραγμένη σε κάθε γειτονιά, μια πόλη που θυμάται ακόμα, έστω κι αν οι κάτοικοί της ξεχνούν. Στα δύσκολα, όμως, η αμνησία εξαφανίζεται. Όταν η Παναγία των Παρισίων φλεγόταν, οι Παριζιάνοι έσκυβαν στις εφημερίδες τους ψάχνοντας για λύτρωση. Ο φακός τούς απαθανάτισε, όπως το έκανε και στα συλλαλητήρια «Je suis Charlie» για την ελευθερία και τη δημοκρατία – στο Παρίσι άλλωστε δεν θεμελιώθηκε η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το 1789; Η πόλη είναι ένα πολιτικό ον, αλλά το κρύβει στους περαστικούς και τους τουρίστες. «Για να καταλάβεις το Παρίσι, δεν φτάνει μόνο να το περπατήσεις. Πρέπει να αφεθείς και να χαθείς στους μαιάνδρους του. Τότε ίσως συνειδητοποιήσεις ότι εσύ έγινες το αξιοθέατό του», λέει ο Αλιάγας, τον οποίο μπορεί να συναντήσει κανείς χαράματα να φωτογραφίζει περιστέρια στο Νησί των Κύκνων, μπροστά στο άγαλμα της Ελευθερίας, ίδιο με αυτό που χάρισαν οι Γάλλοι στους Αμερικανούς τον 19ο αιώνα, αλλά σε μικρότερο μέγεθος.
Στο Παρίσι συνυπάρχουν ορατά και αόρατα, φυλές και κάστες, χειροπιαστά και άυλα, είναι πόλη-θέατρο, μια παράσταση δίχως διάλειμμα, όπου πάντα κάτι γίνεται. Ο θρυλικός φωτογράφος Ρόμπερτ Ντουανό έλεγε: «Εδώ τα πάντα μπορούν να συμβούν σε μια γωνιά του δρόμου. Επιλέγω ένα κάδρο με τη μηχανή μου και περιμένω να έρθουν ηθοποιοί να παίξουν δεν ξέρω τι…». Ένα θέατρο σκιών όπου ο φωτογράφος γίνεται θεατρώνης και ονειρευτής σε μια πόλη στην οποία φως και σκιά δεν δαμάζονται.
Στις 16 Απριλίου 2019, την επόμενη ημέρα της πυρκαγιάς στην Παναγία των Παρισίων, οι πολίτες, σοκαρισμένοι από το γεγονός, έψαχναν να βρουν απαντήσεις στις εφημερίδες.
2021, ημέρες πανδημίας. Στη βιτρίνα ενός μικρού μουσικού καφέ στην περιοχή του Menilmontan είναι γραμμένο το εξής: «Δεν υπάρχει πλέον η σκηνή, δεν υπάρχει ούτε το μπαρ, αλλά εμείς σερβίρουμε ακόμα στο πεζοδρόμιο. Τα ωράρια είναι εύκαμπτα όπως και η επικαιρότητα».
Ο διεθνούς φήμης Γάλλος τσελίστας Γκοτιέ Καπισόν με φόντο την Αψίδα του Θριάμβου. «Ένας καλλιτέχνης δεν έχει άλλη πατρίδα στην Ευρώπη εκτός από το Παρίσι», έγραψε κάποτε ο Νίτσε.
Διαδήλωση κατά της τρομοκρατίας στην πλατεία της Βαστίλης το 2015. Τρεις λέξεις που συνδέονται ακράδαντα με το DNA του γαλλικού πολιτισμού: «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη». Κάποιες φορές οι λέξεις έχουν μεγαλύτερη εξουσία από τις ιδέες.
«Στη λεωφόρο Magenta πέρασα τα παιδικά μου χρόνια, σε μια λαϊκή συνοικία του Παρισιού. Σήμερα βλέπω τους νέους να περιφέρονται με τα ποδήλατα και θυμάμαι τον πατέρα μου, που μου είχε χαρίσει ένα μεταχειρισμένο ποδηλατάκι με βοηθητικές ρόδες, για να μάθω να μην πέφτω. Έτσι έμαθα την ισορροπία».
Ο μυθικός Πύργος του Άιφελ στέκεται σαν ιερό τοτέμ πάνω από τη γαλλική πρωτεύουσα, σαν φάρος μέσα στη νύχτα για τους περαστικούς της πόλης.
Στο Παρίσι τα σύνορα του χρόνου αναθεωρούνται. Στις όχθες της νησίδας Saint-Louis, σήμερα μπορεί κάλλιστα να συναντήσει κανείς μια μυστηριώδη φιγούρα, βγαλμένη θαρρείς από μυθιστόρημα του Μαρσέλ Προυστ. Ο Προυστ έγραφε, άλλωστε, ότι στην πόλη «υπάρχουν οφθαλμαπάτες στον χρόνο όπως και στον χώρο».
ΠΗΓΗ:kathimerini.gr